Κυριακή, Απριλίου 29, 2007

Άλλη μια νύχτα

Θλίψη, Στοιχειωμένο, Πολυθρόνα, Πολιτεία. To set list είναι γεμάτο κωδικοποιημένους συντομευμένους τίτλους γραμμένους με μαύρο μαρκαδόρο σε μια κόλα Α4. Ακουμπισμένο δίπλα στο πετάλι του Παυλίδη μοιάζει το απόλυτο λάφυρο για τα τρία πιτσιρίκια, που στέκονται μπροστά μας στην πρώτη γραμμή. Στην θέση του 4ου τραγουδιού διαβάζω την λέξη «ΡΙΟ» . Ξαφνικά ακούω τις πρώτες νότες του «Δεν είμαι από δω» και θυμάμαι μια παλιά συνέντευξη στο pop & rock. «…επειδή κάπου ήθελα να καταγράψω αυτό το τραγούδι, κάναμε ένα μικρό παρτάκι και είχαν έρθει οι φίλοι και το τραγουδούσαμε όλοι. Αλλά οι στίχοι ήταν στα αγγλικά, έλεγε για μια δολοφονία κατά παραγγελία στο Ρίο ντε Τζανέιρο».

Αυτό το πάρτι είχε γίνει πριν από 16 χρόνια στο Παρίσι. Την Παρασκευή, όμως, το πάρτι ήταν στην Πετρούπολη. Στην –κατά Παυλίδη- Πέτρινη Πόλη. Το μαγαζί γεμάτο και εμείς στα 10 εκατοστά από την (ελάχιστα υπερυψωμένη) σκηνή. Ο Παύλος τραγουδάει παράξενα τραγούδια, λέει ιστορίες από την Αμοργό, αφιερώνει τραγούδια σε φίλους που χάθηκαν και σε όσους ακούνε ζωντανά την συναυλία από το Δεύτερο Πρόγραμμα. Φοράει ένα μπλουζάκι με τον Fela Kuti και μας φωνάζει «αδέρφια». Κάνει τρία ή τέσσερα encore. Σε ένα από αυτά αποφασίζει να παίξει –εκτός προγράμματος- τον Βροχοποιό. Όπως γράφτηκε την πρώτη φορά και με την συνοδεία μόνο του κιθαρίστα των B-Movies. Χαμογελάω πονηρά.

Γύρω στις 2 και κάτι μας στέλνει φιλιά και αποχωρεί οριστικά από την σκηνή. Τα φώτα ανάβουν. Τα πιτσιρίκια αρπάζουν το set list. Λίγο πριν τα «Διαστημόπλοια» γράφει «Σιωπή». To περιμέναμε πως και πως αλλά τελικά δεν το έπαιξε.

Δεν πειράζει…την άλλη φορά

Πέμπτη, Απριλίου 26, 2007

Rats with wings

«Λέτε ο στυγνός δολοφόνος να εμπνεύστηκε τη μακάβρια πράξη του από την ταινία «24 hour party people» που προβλήθηκε πρόσφατα από την κρατική τηλεόραση και στην οποία ο Σον Ράιντερ (τραγουδιστής των Happy Mondays) δηλητηρίασε 3.000 περιστέρια σε ταράτσα κτιρίου στο Μάντσεστερ; Εκείνη τη μέρα τον ανακάλυψε επί το έργον ο μετέπειτα μάνατζέρ του, ιδιοκτήτης δισκογραφικής εταιρείας, που του άνοιξε τον δρόμο για τη δόξα και το χρήμα. Λέτε ο Ελληνας μιμητής του Ράιντερ να είναι ακόμα ένας επίδοξος ποπ σταρ;»

Είναι η τελευταία παράγραφος σε δημοσιευμένο –ανυπόγραφο- αρθράκι στην προχθεσινή Ελευθεροτυπία σχετικά με τα 200 περιστέρια που κάποιος μαλάκας αποφάσισε να σκοτώσει την Κυριακή στην Κοτζιά. Φαντάζομαι πως το επόμενο βήμα είναι να δω τον Ryder να πραγματοποιεί τηλεφωνική παρέμβαση στην «Ζούγκλα» και τον Bez να υποστηρίζει τον φίλο και συνεργάτη του σε μια εκ βαθέων συνέντευξη στον Γιάννη Πρετεντέρη. Η Espresso θα κυκλοφορήσει με πρωτοσέλιδο τίτλο «Δολοφόνους πουλιών προβάλλει η κρατική τηλεόραση» και το δελτίο ειδήσεων του Star θα αποκαλύψει τον «έλληνα επίδοξο ποπ-σταρ» (sic).

Παρεμπιπτόντως, τι θέμα είχε χθες ο Ευαγγελάτος; Πάλι κωλόχαρτα;

Υγ. Υπάρχεί κόσμος που πραγματικά μισεί τα περιστέρια. Δεν κάνω πλάκα. Ρίξε μια ματιά εδώ.

Τρίτη, Απριλίου 24, 2007

Sing me to sleep

Τέσσερις το πρωί, τρία μπρίκια ρακόμελο, δυο e-mails, ένα τραγούδι που θα ήθελα οπωσδήποτε να ακούσεις.

Ένα «αυτιστικό» post, δυο άνθρωποι, τρία ερωτηματικά (ποιος, τι, πότε), τέσσερις το πρωί.

Καληνύχτα. Πάω για ύπνο…

Παρασκευή, Απριλίου 20, 2007

Human traffic

Αποφασίζουμε να φύγουμε γύρω στις 23:15. Εκτός του ότι έχουμε, ήδη, πιει δυο κανάτες ρακόμελο, πρέπει να πάμε και τον Α. στον σταθμό. Το τρένο του φεύγει σε περίπου μισή ώρα. Ψάχνουμε τον σερβιτόρο για να πληρώσουμε και βλέπουμε δυο ζευγάρια να κατευθύνονται προς το μέρος μας. Μας έχουν δει ότι μαζεύουμε τα λεφτά και υπολογίζουν πως σε λίγο θα σηκωθούμε. Μπορεί να είναι Πέμπτη βράδυ (καθημερινή δηλαδή) αλλά στην Μιαούλη στου Ψυρρή τα μαγαζιά είναι γεμάτα. Για κάθε τραπέζι, που αδειάζει, υπάρχουν τρεις παρέες, που περιμένουν όρθιες.

Ξαφνικά δίπλα μας εμφανίζεται ένας πιτσιρικάς. Μας ζητάει ευγενικά να πούμε ότι είμαστε μια παρέα για να προλάβει αυτός το τραπέζι. Συμφωνούμε γελώντας και λέμε ψέματα στους άλλους «διεκδικητές» του τραπεζιού, που στο μεταξύ έχουν φτάσει σε απόσταση αναπνοής. «Θα τα πούμε ρε» πετάω στον μικρό καθώς φεύγουμε. «Πάρε κανένα τηλέφωνο ρε. Έχεις χαθεί» απαντάει εκείνος! Μεγάλο μούτρο ο τύπος!

Τετάρτη, Απριλίου 18, 2007

Απόλυτα νομοταγής

O Cho Seung-hui ήταν 23 ετών. Με καταγωγή από την Νότιο Κορέα μετακινήθηκε στις ΗΠΑ σε ηλικία 8 ετών μαζί με τους γονείς του. Στο πλαίσιο των πανεπιστημιακών σπουδών του είχε γράψει δυο θεατρικά έργα, στα οποία ο βασικός χαρακτήρας παρουσιάζεται να έχει υπάρξει θύμα σεξουαλικής κακοποίησης και να αποζητά εκδίκηση. Στις 13 Μαρτίου φέρεται να αγόρασε ένα πιστόλι Glock 19 και 50 σφαίρες. Απόλυτα νόμιμα. Δήλωσε τον τόπο μόνιμης διανομής του, έδωσε 571 δολάρια και πραγματοποίησε μια αγορά, που σύμφωνα με τον ιδιοκτήτη του καταστήματος δεν ήταν κάτι το αξιοσημείωτο.

Στην συνέχεια, φαίνεται πως περίμενε 30 ημέρες. Το ελάχιστο, δηλαδή, διάστημα, που απαιτείται, σύμφωνα με την πολιτεία της Virginia, να μεσολαβήσει μεταξύ δυο διαδοχικών αγορών όπλων στην συγκεκριμένη διοικητική περιοχή. Την προηγούμενη εβδομάδα οι μέρες αυτές συμπληρώθηκαν και ο Cho έκανε δικό του ένα πιστόλι Walther P22. Όπως και το Glock, πρόκειται για όπλο εξαιρετικής ακρίβειας, που κοστίζει αρκετά.

Και τα δυο πιστόλια τα χρησιμοποίησε την Δευτέρα. Με αυτά προκάλεσε το θάνατο 32 ατόμων και στην συνέχεια αυτοκτόνησε. Μέχρι την στιγμή των πυροβολισμών ήταν απόλυτα νόμιμος.

Δευτέρα, Απριλίου 16, 2007

Στην νυχτερινή Αθήνα


Η συζήτηση έχει πάρει περίεργη τροπή. Σάββατο βράδυ στο Γκάζι, πίνω την τρίτη σαμπούκα της βραδιάς κι ακούω τον dj του Hoxton να παίζει Happy Mondays. Παράλληλα, μουρμουρίζω αυτά, στα οποία οι άλλοι αναφέρονται με τον όρο τα «δικά μου». Κουνάω πάνω-κάτω τα χέρια μου, δημιουργώντας το προφορικό προσχέδιο για την -μεθυσμένη- πραγματεία μου, που αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε φάση διαμόρφωσης. Δοκιμαστικός τίτλος της: «Όνειρα ή στόχοι; Ζητήματα ορισμού».

Κάποια στιγμή στα αυτιά μου φτάνει η φράση «Μου στοιχίζει πάρα πολύ να χάνω ανθρώπους από την ζωή μου». Απαντάω με ένα καταιγισμό πληροφοριών για τις επικείμενες καλοκαιρινές συναυλίες και συνεχίζω με αναφορές στο Final Four της Ευρωλίγκας και στον τελευταίο δίσκο των Red Hot Chilli Peppers. Προτάσσω ως μείζον και κεντρικό θέμα συζήτησης τη ποιότητα της σαμπούκας που πίνουμε και για μεγάλο φινάλε χρησιμοποιώ κάτι παλιό και δοκιμασμένο. «Δεν πάμε και πουθενά αλλού;».

Στο Alley Cat παίρνω την κατάσταση στα χέρια μου, πριν ακόμη προλάβουμε να καταναλώσουμε την πρώτη γουλιά από την μπύρα μας. Συνεχίζω στο ίδιο μοτίβο και με χαρά βλέπω την συζήτηση να καταλήγει να έχει ως βασικούς της άξονες τον Johhny Cash, το Mo Better και μικρά νέα από την καθημερινότητα μας. Κάποια στιγμή, μάλιστα, περιγράφω και το συναίσθημα του να περιμένεις στην ουρά για ένα εισιτήριο για τον Αγγελάκα και αυτά να τελειώνουν μόλις 10 άτομα πριν από σένα. Εξόχως δραματική ερμηνεία δοσμένη με εσωτερικό τρόπο.

Στις έξι το πρωί, ξαπλώνω στο κρεβάτι μου ανακουφισμένος. Την έχω γλιτώσει φτηνά. Έτοιμο ήταν εκείνο το «Κι εμένα» να ξεγλιστρήσει μέσα από τα χείλη μου. Ακόμη μια φορά, όμως, κατάφερα και το κράτησα. Κανείς δεν κατάλαβε τίποτα. Ή, τουλάχιστον, έτσι νομίζω

Παρασκευή, Απριλίου 13, 2007

Ο Βαγγέλης

Τον Βαγγέλη τον είδα στον θάλαμο Βραχείας Νοσηλείας του νοσοκομείου Γ.Γεννηματάς της Θεσσαλονίκης. Ένα παλιό κτίριο λίγο πιο πάνω από την Καμάρα, στο οποίο βρέθηκα τυχαία τα ξημερώματα Μεγάλης Τετάρτης. Προσπαθούσε να κοιμηθεί σε ένα ράτζο. Του είχαν βάλει όρο αλλά ούτε παραπονιόταν, ούτε βόγκαγε όπως οι υπόλοιποι ασθενείς. Απλά προσπαθούσε να κοιμηθεί.

Τα δικά του παράπονα ξεκίνησαν γύρω στις 8 το πρωί. Την ώρα δηλαδή που οι γιατροί της πρωινής βάρδιας ήρθαν στον θάλαμο για να εξετάσουν τους ασθενείς. Η καθημερινή πρώτη επίσκεψη για να αποφασιστεί ποιοι θα παραμείνουν στο νοσοκομείο και ποιοι θα πάρουν εξιτήριο. Ο Βαγγέλης κλαψούριζε πως πονάει το πόδι του αλλά κανείς δεν του έδινε ιδιαίτερη σημασία. Του είπαν πως πρέπει να φύγει. «Το βράδυ ξανά» άκουσα έναν γιατρό να του λέει.

Ο Βαγγέλης στην πραγματικότητα δεν είχε ανάγκη άμεσης ιατρικής φροντίδας. Οι λόγοι για τους όποιους είχε βρεθεί στο νοσοκομείο ήταν διαφορετικοί από των υπολοίπων. Άλλο πράγμα έψαχνε εκείνος. Ήταν άστεγος. Ήθελε απλά ένα μέρος για να περάσει την νύχτα.

Τρίτη, Απριλίου 10, 2007

Πέρασμα

Η Ψηλή Κοπέλα είναι εδώ και μερικές ώρες στη Πόλη με τα Φώτα. Έχει τακτοποιηθεί στο ξενοδοχείο, έχει αποφασίσει που θα πάει για φαγητό και σκέφτεται, τι θα κάνει το βράδυ. Παράλληλα, επιχειρεί να κρατήσει αποκλεισμένη μια σκέψη. Να την διατηρήσει φυλακισμένη στον τόπο που προ πολλού την εξόρισε: στο πιο απομακρυσμένο κομμάτι της μακρόχρονης μνήμης της. Δεν τα καταφέρνει. Έχει να κάνει με σκληρό καρύδι. Οι λέξεις μοιάζουν να φτερουγίζουν έξω από τα χείλη της ψάχνοντας να βρουν κάπου να ακουμπήσουν. «Κάποτε λέγαμε να έρθουμε εδώ μαζί».

Σε μερικές μέρες θα γυρίσει πίσω, θα πάμε για καφέ και θα μιλήσουμε για όλα. Θα ανταλλάξουμε ιστορίες. Θα πούμε για βόλτες, για γέλια, για ανθρώπους, για ποτά. Για ξαφνικές επισκέψεις στο νοσοκομείο, για τα κορίτσια, που μοιάζουν πιο όμορφα όταν είναι μελαγχολικά. Για τους φίλους που επέστρεψαν στην πόλη, για τους φίλους, που πήραν ξανά το αεροπλάνο της φυγής. Για τους νέους εαυτούς μας, που είναι ακόμη σε beta έκδοση.

Μέχρι τότε, τα τσουρέκια από τον Τερκενλή θα έχουν τελειώσει. Το παράδειγμα τους θα έχουν ακολουθήσει τα κουλούρια και τα κόκκινα αυγά. Η Ε. στη Θεσσαλονίκη θα έχει ξεπεράσει πια κάθε πρόβλημα και όσοι δουλεύουν θα έχουν επιστρέψει στα πόστα τους. Το Παιδί με το Ανακόλουθό Ψευδώνυμο θα είναι αρκετά πιο κοντά στην «Ανάσταση», εγώ θα οδεύω με βήμα ταχύ προς την κατεύθυνση των «Παθών».

Τι, ακριβώς, είπαμε σημαίνει Πάσχα;